παραδοξονίκης

παραδοξονίκης
ὁ, Α
(ιδίως για αθλητές) αυτός που πέτυχε εκπληκτική νίκη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παράδοξος + -νίκης (< νίκη)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • παραδοξονίκας — παραδοξονίκᾱς , παραδοξονίκης conquering marvellously masc acc pl παραδοξονίκᾱς , παραδοξονίκης conquering marvellously masc nom sg (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νίκη — I Μυθολογική θεότητα. Ήταν η προσωποποίηση της ιδέας της νίκης, κόρη του γίγαντα Πάλλαντα και της Στυγός, που την πήγε στο Δία για να τον βοηθήσει στον αγώνα του εναντίον των Τιτάνων. Από τότε έμεινε για πάντα στον Όλυμπο με τον Δία. Η Ν. δεν… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”